Ένα κουίζ και οι απαντήσεις του…. Εκδόθηκε το νέο βιβλίο του Παν. Κουή
5 Ιουλίου - 09:21 Τοπικά
Από ποιο χωριό της Ηλείας κατάγονται:
- Ο διάσημος αστροφυσικός Διονύσιος Σιμόπουλος;
Ο πατέρας του ο Παναγιώτης ήταν δασονόμος. Ο παππούς του Διονύσιος, επαναπατρισμένος από το Σικάγο, είχε φραγκοραφτάδικο.
- Ο διακεκριμένος ποιητής της Α΄ Μεταπολεμικής γενιάς Τάκης Σινόπουλος;
Ο πατέρας του Γιώργης Σινόπουλος ήταν καθηγητής Φιλολογίας στο Γυμνάσιο Αρρένων. Ο παππούς του Θανάσης, δάσκαλος και ψάλτης στο χωριό. Ο προπάππος του παπα-Γιώργης Σινόπουλος ήρθε στο τόπο από τα Λαγκάδια.
- Η γνωστή πολιτικός Ζωή Κωνσταντοπούλου;
Ο πατέρας της ήταν ο πολιτικός Νίκος Κωνσταντόπουλος. Ο παππούς της Ανδρέας δικηγόρος και η γιαγιά της Ζωή (το γένος Κοντοσθένους) καθηγήτρια Φιλόλογος στην Κρέστενα. Ο προπάππος της μπαρμπα-Νικολάκης έκανε πρόεδρος της κοινότητας για τρεις θητείες. Η γυναίκα του η θεια-Νικολάκαινα ήταν πολύ φιλάνθρωπη.
Την απάντηση θα τη βρούμε στο βιβλίο:

Η ΜΟΥΝΤΡΙΖΑ – Ο ΓΡΥΛΛΟΣ Ιστορία, Κάτοικοι, Ήθη, Έθιμα
Από τον Παναγιώτη Κουή, Θεολόγο
Στο βιβλίο αυτό ζωντανεύει ένας ολόκληρος κόσμος απλός, φτωχικός, συνεργατικός αλλά κάποτε με σκληρές συμπεριφορές και προλήψεις.
Το μαρτυρούν: Οι ημιυπόγειες εκκλησίες της τουρκοκρατίας με τα πεζούλια γύρω και με την κοινή εργασία για το χτίσιμό τους. Οι ζωντανοί άγιοι που παρουσιάζονται στους κατοίκους και ζητούν «το σπίτι τους που είναι πεσμένο». Οι γυναίκες που τρέχουν να καθαρίσουν τις εκκλησίες και η Αγία Παρασκευή που τους ευχαριστεί και τους ρωτάει: «Γιατί με αφήκατε “ανάλουγη”;». Μικροί και μεγάλοι που ανεβαίνουν με τα πόδια στο γειτονικό βουνό της Σμέρνας στο εκκλησάκι της Παναγίας. Οι λαγκαδινοί μαστόροι που «έφτιαξαν» τον κόσμο.
Στο σχολείο σε ερώτηση του δασκάλου:
- Ποιος έφτιαξε τον κόσμο;
Απαντούν οι μαθητές:
- Μα φυσικά, οι λαγκαδινοί μαστόροι!
Όλο το χωριό συμμετείχε στην ανέγερση του σχολείου, κουβαλώντας πέτρες και δίνοντας ευχές στο δάσκαλο. Οι ιερείς και οι δάσκαλοι ζούσαν εκεί∙ ένα με το λαό. Οι αγρότες ημέρευαν τη γη. Καλλιεργούσαν σιτηρά και ελιές, μα προπάντων αμπέλια και σταφίδες. Έτσι παρήγαγαν μυρωδάτο κρασί. Οι γυναίκες μαζεύονταν όλες μαζί και έφτιαχναν χυλοπίτες και τραχάναδες το Μάιο – Ιούνιο που είχαν πολλά αυγά.
Το χωριό είχε μύλο και χάνι στο δρόμο όπου περνούσε έφιππος ταχυδρόμος για την Ανδρίτσαινα. Εκεί πήγαιναν τα αγόρια Γυμνάσιο και εκεί γινόταν το φημισμένο παζάρι. Τα κορίτσια – δυστυχώς- δεν πήγαιναν τότε στο σχολείο. Οι δάσκαλοι έκαναν μεγάλο αγώνα να πείσουν τους γονείς για τη μόρφωση όλων των παιδιών.
Ο γάμος ήταν κοινοτικό γεγονός με μουσικά όργανα, χορό, ομαδικό γλέντι, σπιτικά φαγητά και γλυκά. Όμως, φοβερό και απάνθρωπο ήταν το έθιμο της προίκας.
Ακόμα, οι κηδείες των κεκοιμημένων και τα μνημόσυνα ήταν υπόθεση όλης της κοινότητας. Με την καμπάνα να χτυπάει σ’ όλο το χωριό, το μοίρασμα των κολλύβων σ’ όλα τα σπίτια, το κοινό φαγητό, το συχώριο, τις καλοσύνες που έκαναν οι οικείοι για την ανάπαυση της ψυχής των αποθαμένων τους.
Καθημερινές γραφικές ιστορίες ανθρώπων κλείνουν κινηματογραφικά το βιβλίο. Ένα βιβλίο ύμνο στους απλούς καθημερινούς Έλληνες «πριν τους αλλάξει ο χρόνος». Γι’ αυτό αξίζει να διαβαστεί το βιβλίο. Όχι για να επιστρέψουμε στο παρελθόν αλλά για να οδηγηθούμε με σιγουριά στο μέλλον, βρίσκοντας τρόπους να φτιάξουμε ζωντανές κοινότητες, κόμβους αληθινής – όχι τεχνητής- επικοινωνίας που θα μπορέσουν, ίσως, να διασώσουν το ανθρώπινο πρόσωπο.
Φωτεινή Κλουκίνα-Χαμάλη, καθηγήτρια Φιλόλογος